Τετάρτη, 11 Νοεμβρίου 2009
Οι
σκέψεις που γράφονται δεν είναι χαρούμενες. Χαρούμενα μπορεί να είναι αυτά που
λές καμμιά φορά. Όπως εκείνο το ποίημα στο σχολείο ας πούμε.
Ό,τι
γράφεις είναι βαθύτερο και φιλτραρισμένο από τα τόσα χρόνια παραμονής μέσα σου.
Είναι σχεδόν πάντα ασπρόμαυρο, ανηφορικό, βροχερό. Κι όταν γυρνάς να ελέγξεις
ποιό φώς αντανακλά, ανακαλύπτεις πως ήταν η ιδέα σου. Φταίει το ξεχασμένο από
χθές όνειρο;
Σε
ό,τι γράφεις υπάρχει σχεδόν πάντα ένα ρίγος, μιά υγρασία, σφιχτά επάνω σου τα
υπολείμματα των παιδικών ρούχων κι ανεβαίνεις γλυστρώντας λαχανιασμένος.
Η
εντολή είναι πως μπορείς να γράψεις μόνο μέχρι τη μεσαία σελίδα του τετραδίου.
Από τη μέση και πέρα λευκές σελίδες. Ό,τι προλάβεις, μέχρι τη μεσαία σελίδα.
Από εκεί και πέρα σταγόνα αίμα δεν πρέπει να χυθεί. Ούτε μελάνη. Φυλλομετράς
τις σελίδες, σαν κελιά φυλακής και μοιάζει ν΄ ανακαλύπτεις τον χρόνο άλλη μιά
φορά. Ίδια και πέρυσι. Ίδιες σκέψεις σκιάζουν τις σελίδες σου. Τώρα, την ώρα
της δύσης σκοτεινιάζει το μυαλό σου.
Γίνεσαι
ένα χρόνο νεώτερος. Μπορείς και το κάνεις πολύ εύκολα! Βρίσκεσαι στο ίδιο
σημείο, ή όπου αλλού θέλεις, ένα ή δέκα έτη στο παρελθόν. Ξαναγεννιέσαι.
Σκέφτεσαι λίγο και θυμάσαι το σχολικό ποίημα. Βλέπεις μπροστά σου και το ίδιο
ακροατήριο. Είναι όμως μόνο τα περιγράμματά τους. Διαφανή άϋλα σχήματα. Όλοι σα
να κάθονται με την πλάτη στραμμένη σε σένα. Τώρα πιά αρχίζεις να σκίζεις τις
σελίδες με τα ποιήματα και αρχίζεις να διαβάζεις με σπαρακτική φωνή ό,τι έχεις
γράψει εσύ.
Τί
περίεργο! Τίποτα δεν ακούγεται στην βραδυνή σιωπή. Δεν είχες ξεκινήσει να
γράφεις ούτε την πρώτη σελίδα στο τετράδιο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου