Γλύτωσα;


Παρασκευή, 30 Σεπτεμβρίου 2011



Δεν προλαβαίνω να ξεχάσω και να ησυχάσω - άραγε θα ησυχάζω πιά; - κι έρχεται κάτι καινούργιο ή παλιό, πρόχειρα επεξεργασμένο να ταράξει τη γαλήνη που επεδίωκα με κόπο. Σε λίγο, πριν βγώ από το σπίτι, το κάθε σπίτι, θα κοιτώ από το παράθυρο πρώτα, μήπως στέκει κανείς στη γωνία με μαύρη μπέρτα ή μαύρο πέπλο;
Ήδη περπατώ και κοιτώ κάθε λίγο πίσω μου. Καμμιά φορά με πιάνω να επιταχύνω και να κρύβομαι πίσω από γωνίες, πίσω από κολώνες να συμμαζεύω το σώμα μου, πίσω από κορμό δέντρων να κολλάω τη πλάτη γιά να πάρω ανάσα. Και τρέμω όταν βλέπω τα πρόσωπα δίπλα μου να αλλοιώνονται και από καθορισμένα, φιλικά και ανθρώπινα ν' αρχίζουν να στάζουν απόκοσμα έναν γλοιώδη καυστικό θάνατο. Ταυτόχρονα αλλάζει η εποχή, και χιονίζει. Χαρούμενα στην αρχή, κανείς δεν υπάρχει να διασκεδάζει όπως παλιά, και με πυκνές νιφάδες μετά. Ξέρω ότι η φύση επεμβαίνει έγκαιρα για να καθαρίσει τη γή, από την πυκνή πράσινη φονική άλγη. Ό,τι έμεινε από αυτούς που πριν λίγο βάδιζαν στο ίδιο πεζοδρόμιο αλλά προς την αντίθετη με μένα κατεύθυνση. Από αυτούς που δεν κοίταξαν με προσοχή από το παράθυρο πριν ξεκινήσουν ή ήταν ανέμελοι, με μόνο οδηγό τη σκέψη τους στον ουρανό.
Αισθάνομαι ελεύθερος από την απειλή τώρα. Δεν μπορώ όμως στο άσπρο τοπίο να βρώ ποιά είναι η δική μου πόρτα κι έχει αρχίσει πιά το κρύο...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου